cold turkey

US:USA pronunciation: respellingUSA pronunciation: respelling(kōldtûrkē)

  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
cold turkey n (leftover turkey meat served cold) (κυριολεκτικά)κρύα γαλοπούλα ουσ θηλ
 Since Christmas we have been eating cold turkey sandwiches every day.
cold turkey n figurative (sudden withdrawal from [sth] addictive) (μεταφορικά)απεξάρτηση χωρίς φάρμακα, κόψιμο μαχαίρι έκφρ
 Some people believe that cold turkey is the only way to beat addiction.
cold turkey adv (abruptly, without support) (καθομιλουμένη)μια κι έξω, μπαμ και κάτω έκφρ
  απότομα επίρ
 He quit smoking, and he did it cold turkey.
 Έκοψε το κάπνισμα και το έκανε μια κι έξω.
cold turkey adj (abrupt and sudden)απότομος επίθ
  μια και έξω φρ ως επίρ
 Cold turkey withdrawal from any drug is very difficult.
 Η απότομη διακοπή των οποιουδήποτε είδους ναρκωτικών είναι πολύ δύσκολη.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
go cold turkey v expr (addiction: quit abruptly) (μεταφορικά)κόβω κτ μαχαίρι έκφρ
  κόβω κτ μια και έξω έκφρ
 The addict decided the only way to break his habit was to go cold turkey.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση cold turkey στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «cold turkey».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!